Το διαζύγιο αποτελεί μια κρίσιμη μεταβατική περίοδο στον κύκλο ζωής της οικογένειας, μια περίοδο με επώδυνα και περιπλεγμένα συναισθήματα, εντάσεις, αστάθειες, δύσκολες επικοινωνίες και πολλές αλλαγές στις καθημερινές συνήθειες, στο πρόγραμμα και στους κανόνες. Με το διαζύγιο λύνεται το νομικό κομμάτι ενός γάμου, το συναισθηματικό όμως, παραμένει μέχρι και οι δύο σύντροφοι να επιτρέψουν στον εαυτό τους να εκφράσει τον πόνο και τον θυμό, να θρηνήσουν για την απώλεια της σχέσης, να φροντίσουν τις πλευρές του εαυτού που είχαν παραμελήσει, να αποχαιρετίσουν εσωτερικά τον πρώην σύντροφο και να οριοθετηθούν απέναντι στον κοινωνικό περίγυρο.
Είναι ζωτικής σημασίας για τα παιδιά, οι γονείς να μπορέσουν να διαχωρίσουν το συντροφικό από το γονεϊκό επίπεδο και να κατανοήσουν πως ως ζευγάρι μπορούν να χωρίσουν, αλλά ως γονείς απαιτείται να επικοινωνούν και να συνεννοούνται για το υπόλοιπο της ζωής τους. Για τα παιδιά το διαζύγιο αποτελεί μια καμπή στη ζωή τους, ακόμα και όταν όλα κυλούν όσο το δυνατόν πιο ομαλά. Χάνουν τη φωλιά τους όπως ήταν διαμορφωμένη, την οικεία και ζεστή σχέση και με τους δύο γονείς μαζί, τους γονείς τους ως ζευγάρι και την αγκαλιά του ενός γονιού που αναζητούσαν όταν συγκρούονταν με τον άλλον. Στη φάση του διαζυγίου είναι αναγκαίο τα παιδιά να προστατεύονται με κάθε τρόπο από τις εντάσεις, τους καβγάδες, τις ασυνεννοησίες και τα πληγώματα των γονιών και να τους παρέχεται ασφάλεια, φροντίδα και παρηγοριά.
Παράγοντες που φαίνεται να επηρεάζουν την επεξεργασία του διαζυγίου από τα παιδιά είναι η σχέση του παιδιού με τον κάθε γονιό ξεχωριστά, η σχέση των γονιών μεταξύ τους, η ύπαρξη ή μη αδερφών, το πώς ένα ζευγάρι οδηγείται στον χωρισμό, η ρύθμιση που επιλέγεται για γονική μέριμνα/επιμέλεια, η ύπαρξη ή μη δικαστικών διαμαχών, οι πιθανές μετακομίσεις ή αλλαγές στο σχολικό περιβάλλον και η στάση που θα κρατήσουν τα πρόσωπα του ευρύτερου συγγενικού και κοινωνικού περιβάλλοντος.
Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως όλα τα παιδιά που βιώνουν τον χωρισμό των γονιών τους δεν παρουσιάζουν συναισθηματικά και συμπεριφορικά προβλήματα. Προστατευτικοί παράγοντες για την υγιή προσαρμογή των παιδιών στα νέα δεδομένα αποτελούν η μοναδική ιδιοσυγκρασία του κάθε παιδιού, το γνωστικό του υπόβαθρο, η αυτοεκτίμηση, η εμπιστοσύνη και η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους, η καλή συνεννόηση και συνεργασία των γονιών μεταξύ τους, η ύπαρξη υποστηρικτικών δικτύων, η ομαλή διαχείριση και προσαρμογή των γονιών στη νέα κατάσταση και η παροχή ενός ασφαλούς και σταθερού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει και θα χωρά τα συναισθήματα και τις αγωνίες των παιδιών.
Ο βαθμός στον οποίο τα παιδιά κατανοούν τη διαδικασία και τις αλλαγές που φέρνει ένα διαζύγιο, καθώς και οι ψυχολογικές αντιδράσεις τους, επηρεάζονται από την ηλικία τους.
Παιδιά 0-3 ετών
Τα βρέφη χρειάζονται σταθερά πρόσωπα αναφοράς, φυσικά και συναισθηματικά παρόντα, που να παρέχουν ένα ασφαλές περιβάλλον με συγκεκριμένες ρουτίνες. Μέσα από ασφαλείς και τροφοδοτικές σχέσεις αγάπης και αποδοχής, μαθαίνουν να ρυθμίζουν τα συναισθήματα και να αντέχουν τις δύσκολες εμπειρίες της ζωής.
Τα βρέφη είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στη συναισθηματική αναστάτωση των γονιών τους. Παράλληλα, η ηλικία τους δυσκολεύει την επαρκή κατανόηση του τι συμβαίνει γύρω τους, εντείνοντας ακόμα περισσότερο την αγωνία που βιώνουν. Στη φάση του διαζυγίου τα βρέφη μπορεί να εμφανίσουν συμπεριφορές που αντανακλούν τη συναισθηματική τους φόρτιση, όπως θυμό με δαγκώματα ή τραβήγματα μαλλιών ή να χάσουν κάτι από αυτά που κατακτούν καθημερινά. Επιπροσθέτως, είναι πιθανό να εκδηλώσουν συμπεριφορές απόσυρσης, δηλαδή να μην αντιδρούν σε χάδια, χαμόγελα, παιχνίδια. Οι παραπάνω συμπεριφορές αποτελούν επικοινωνιακά μηνύματα πως τα βρέφη βρίσκονται σε ψυχική αναστάτωση, μηνύματα που τα πρόσωπα αναφοράς χρειάζεται να αποκωδικοποιούν, παρέχοντας ασφάλεια, στήριξη και παρηγοριά.
Πριν τα 3 έτη, τα παιδιά δεν μπορούν να συλλάβουν γνωστικά τι σημαίνει χωρισμός, για το λόγο αυτό χρειάζονται πολύ απλές εξηγήσεις, με λόγια σύντομα, λιτά και κατάλληλα για το αναπτυξιακό τους στάδιο που θα επαναλαμβάνονται από τους γονείς ξανά και ξανά. Σε αυτήν την ηλικία τα παιδιά απασχολούνται έντονα από τα «γιατί» στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν και να συνδεθούν με τον κόσμο γύρω τους. Τα «γιατί» των παιδιών όσον αφορά το διαζύγιο, δεν αποτελούν από μόνα τους ένδειξη ψυχικών προβλημάτων και οι γονείς προτείνεται να τα υποδέχονται σαν τα «γιατί» που θέτουν και για όλα τα άλλα, απαντώντας πάντα με σταθερότητα και ειλικρίνεια.
Παιδιά 3-5 ετών
Τα νήπια αντιλαμβάνονται καλύτερα την απώλεια, βιώνουν φόβο, ανασφάλεια και αβεβαιότητα και επιθυμούν να καταλάβουν περισσότερα για τη διάλυση της σχέσης των γονιών τους. Αποτελεί καθήκον των γονιών, να παρέχουν ξεκάθαρες πληροφορίες για την κατάσταση και τα επακόλουθα αυτής (ποιος θα μένει πού, κάθε πότε θα βλέπονται κλπ.) με λόγια απλά και κατανοητά ως προς την ηλικία και τις ανάγκες των παιδιών.
Η ανακοίνωση του χωρισμού είναι σημαντικό να γίνεται και από τους δύο γονείς σε μια κοινή συνάντηση, και όπου αυτό δεν είναι εφικτό, κάθε γονέας οφείλει να αναλάβει να μιλήσει στο παιδί ξεχωριστά. Δεν υπάρχει ένας προκαθορισμένος τρόπος ή συγκεκριμένα λόγια που καλούνται οι γονείς να πουν, χρειάζεται να αφουγκραστούν τις ευαισθησίες και τη μοναδικότητα των παιδιών τους και να μιλήσουν με σαφήνεια, περιεκτικότητα και αμοιβαίο σεβασμό.
Είναι σημαντικό οι γονείς να ακούνε τις σκέψεις των παιδιών, να απαντούν σε πιθανά τους ερωτήματα, να τα παρηγορούν, να τα ηρεμούν και να τα βοηθούν να αναγνωρίζουν, να εκφράζουν, να διαχειρίζονται τα επώδυνα συναισθήματα που μπορεί να αναδύονται. Συγχρόνως, καλούνται να ανακουφίσουν και να καθησυχάσουν το παιδί από ενοχές που θα προκύψουν ως απόρροια του εγωκεντρικού τρόπου σκέψης αυτής της ηλικίας, ενοχές γιατί πιστεύει πως εκείνο φταίει για τον χωρισμό των γονιών του.
Κάποια σημάδια που δηλώνουν την ψυχική επιβάρυνση του παιδιού θα μπορούσαν να είναι οι απότομες εναλλαγές στη διάθεση, η ευερεθιστότητα και η επιθετικότητα απέναντι σε αδέρφια και συνομηλίκους, η μελαγχολική διάθεση, η εμφάνιση καινούργιων φόβων ή υπαρξιακού άγχους, οι διαταραχές στον ύπνο και το φαγητό, η απόσυρση από ομαδικές δραστηριότητες, η απώλεια ενδιαφέροντος για πράγματα που πριν το ευχαριστούσαν, η δυσκολία στην τήρηση καθημερινών κανόνων και η αυξημένη ανάγκη για συντροφιά των μεγάλων.
Παιδιά 5-8 ετών
Τα παιδιά κατανοούν ακόμα περισσότερα για τον χωρισμό και το διαζύγιο των γονιών καθώς έχουν πιο ανεπτυγμένες γνωστικές και συναισθηματικές δεξιότητες. Στις ηλικίες αυτές δεν συναντάται τόσο η αγωνία του παιδιού ότι εκείνο φταίει για τα προβλήματα των γονιών, όσο η ανησυχία για το ποιανού το μέρος θα πάρει, ποια πλευρά θα διαλέξει. Το δίλημμα αυτό βάζει το παιδί σε τεράστια αμφιθυμία ανάμεσα στους δύο γονείς. Μια αμφιθυμία που πολλά παιδιά επιχειρούν να λύσουν μόνα τους προσπαθώντας να ικανοποιούν και τις δύο πλευρές, κρύβοντας μπροστά στον έναν γονιό τα συναισθήματα αγάπης για τον άλλον. Κάποιες φορές, μπορεί να πάρουν το μέρος του γονιού που βιώνουν ως πιο «αδύναμο» ή να μπουν ανάμεσα σε γονεϊκές συγκρούσεις. Άλλες πάλι, μπορεί να προσκολληθούν πάνω στον γονιό που έφυγε από το σπίτι. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που οι γονείς επιχειρούν να κάνουν τα παιδιά υποκατάστατα του συντρόφου, συμμάχους, παρηγορητές, φροντιστές, δικαστές και διαμεσολαβητές. Ωστόσο, είναι καλό οι γονείς στη φάση αυτή να κάνουν σαφές πως οι ίδιοι επιθυμούν τα παιδιά να αγαπούν και τους δύο γονείς, όπως ακριβώς και πριν το διαζύγιο. Με αυτόν τον τρόπο βοηθούν στην επίλυση της αμφιθυμίας των παιδιών, κάνοντας ξεκάθαρο πως δεν χρειάζεται να διαλέξουν πλευρά, η αγάπη τους είναι απέραντη και μπορούν να την προσφέρουν και στους δύο.
Τα παιδιά βιώνουν θλίψη και αβοηθησία, κλαίνε περισσότερο, φαίνονται θλιμμένα ή το περιγράφουν. Ωστόσο, η θλίψη μπορεί να εκφράζεται και μέσα από προκλητικές συμπεριφορές που εμφανίζονται στο σπίτι ή στο σχολείο. Ένα άλλο συναίσθημα που επικρατεί, είναι ο θυμός με εκρήξεις ή πείσματα και παράπονα. Επιπλέον, μπορεί να νιώθουν έντονο άγχος και φόβο για το μέλλον και να εμφανίσουν σωματικά συμπτώματα (πόνοι στην κοιλιά, το στομάχι, το κεφάλι, ονυχοφαγία κλπ.).
Τα παιδιά, την περίοδο αυτή, μπορεί να αποκτήσουν διαταραχές στον ύπνο για να κοιμούνται στο κρεβάτι του γονιού και να τον φροντίζουν ή να τον «προστατεύουν». Ακόμη, μπορεί να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν σταθερές φιλίες, να επενδύσουν στις σχέσεις με τους συνομηλίκους και να περνούν χρόνο εκτός σπιτιού. Όλες αυτές οι αντιδράσεις και τα συμπτώματα των παιδιών μπορεί ασυνείδητα να επιχειρούν να φέρουν περισσότερες συναντήσεις των γονέων με στόχο την επανένωση της οικογένειας. Οι γονείς χρειάζεται να κινηθούν στο πώς θα μπορούσε να προσαρμοστεί το γονεϊκό πρόγραμμα, να διαμορφωθούν οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις χωρίς να υπάρχουν τα συμπτώματα.
Παιδιά 8-12 ετών
Τα παιδιά θέλουν να αποδώσουν ευθύνες και να μάθουν ποιος φταίει για το διαζύγιο. Αρκετά συχνά μάλιστα, κάνουν τις δικές τους υποθέσεις. Η ανάγκη αυτή των παιδιών αποτελεί μια επιπρόσθετη δυσκολία, ειδικά για τον γονέα που αποφάσισε να δώσει τέλος στη σχέση. Είναι καλύτερα, αν το διαζύγιο δεν αποτελεί μια από κοινού απόφαση, ο γονέας που αποφάσισε να πάρει την ευθύνη για τον χωρισμό να το μοιραστεί με το παιδί χωρίς να μπει σε προσωπικές λεπτομέρειες. Αυτό αποτρέπει τους γονείς από το να ξεκινήσουν ένα παιχνίδι περί απόδοσης ευθυνών που μπορεί να φέρει φοβερές διαμάχες και πόνο.
Είναι σημαντικό να κατανοηθεί πως τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες έχουν έναν απόλυτο τρόπο σκέψης, δηλαδή τα πράγματα για αυτά είναι άσπρα ή μαύρα, καμία γκρι παλέτα δεν φωτίζεται σε ένα πρώτο επίπεδο. Επομένως, στο πλαίσιο αυτό, είναι πιθανό να διαχωρίσουν τους γονείς σε «καλούς» και «κακούς» κάτι που αποτελεί μια πρώτη διαχείριση της κατάστασης και θέλει περαιτέρω επεξεργασία και ρευστοποίηση.
Ένα άλλο που απασχολεί αρκετά τα παιδιά είναι η γνώμη των άλλων, πώς μας βλέπουν οι άλλοι γύρω μας και πώς σκέφτονται για εμάς. Ως αποτέλεσμα μπορεί να αναπτύξουν συναισθήματα ντροπής και να κρύβουν από τον περίγυρο το τι συμβαίνει στην οικογένειά τους. Ένα ακόμη που εντοπίζεται, είναι το άγχος που τους προκαλούν οι εσωτερικές τους συγκρούσεις, για παράδειγμα μπορεί να βιώνουν θυμό και συγχρόνως αγάπη και ζεστασιά για τους γονείς, μπορεί να θέλουν να βρίσκονται έξω με τους φίλους και παράλληλα στο σπίτι για να παρηγορούν τον αναστατωμένο γονιό. Οι εσωτερικές συγκρούσεις του παιδιού συνήθως εκφράζονται έμμεσα μέσα από συναισθηματική απόσταση, παραβατικές συμπεριφορές, υπερβολική προσκόλληση στον ένα γονιό ή υιοθέτηση στάσεων, ενδιαφερόντων και αντιδράσεων του γονιού που φεύγει από το σπίτι.
Στις ηλικίες αυτές συνήθως, κυριαρχεί ο θυμός και η οργή. Επίσης, παρατηρείται πως τα αγόρια δυσκολεύονται περισσότερο στη μετάβαση του χωρισμού, δημιουργώντας ποικίλες δυσκολίες στην καθημερινή συνδιαλλαγή. Από την άλλη πλευρά, τα κορίτσια φαίνεται να το διαχειρίζονται καλύτερα, να είναι φροντιστικές προς τους γονείς και βοηθητικές ως προς τις διαδικασίες και τις αλλαγές που προκύπτουν. Εντούτοις, οι γονείς χρειάζεται να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά, ακόμα και όταν τα παιδιά φαίνεται να διαχειρίζονται ικανοποιητικά την όλη κατάσταση. Τέλος, τα παιδιά συχνά, προσφέρονται για ρόλους που δεν τους αντιστοιχούν, όπως ο έμπιστος φίλος του γονιού ή ο γονέας των μικρότερων αδερφών, κάτι που τα επιβαρύνει συναισθηματικά και τα απομακρύνει από τους στόχους και τα δικά τους όνειρα.
Leave a Reply